Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2017

Διαδρομές ΙΙΙ

προηγούμενα παραστρατήματα

Το θέατρο όπου πρόκειται να παίξει απόψε βρίσκεται στη θέση του, στο ίδιο αρμόζον σημείο που το είχε βρει και κατά τη διάρκεια της προηγούμενης επίσκεψης του. Ανελέητα χτυπημένο από παραστρατημένες ηλιαχτίδες της μέρας, που μόλις κατάφερναν να ξεμυτίσουν από τις βαριές κουρτίνες, που ψιθύριζαν τα χρόνια πάνω στις πλάτες τους, με τη μεγαλοπρέπειά του να στέκεται ανάμεσα στους ανθρώπους που διεκδικούσαν ακόμη την ταυτότητα του ντόπιου σ' αυτό το νησί: μια απομίμηση της Σκάλας του Μιλάνου στο απόγειό της. Οι τοιχογραφίες με τους μουσικούς μιας εποχής οριστικά περασμένης ήταν μονάχα το κερασάκι στην τούρτα σ' όλη αυτή την ατμόσφαιρα που μπορούσε να απολαύσει κανείς· και τώρα την απολαμβάνει ο ίδιος, ενώ στέκεται στη μέση της πλατείας κι αφήνει τα πρώτα συναισθήματα να τον κατακλύσουν. Η ευγνωμοσύνη στην τύχη, πάνω απ' όλα, και η ανακούφιση ότι δε χρειάζεται να βρεθεί σε κάποιον άλλο χρόνο και μέρος που ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε ποτέ να πιστέψει ότι θα του πήγαιναν περισσότερο από αυτόν εδώ· το λιμάνι που ήλπιζε πάντοτε να τον κατευνάσει.
Φαντάζει ευνόητο η σκηνή αυτή να οδηγήσει σε ένα άλλου τύπου ξεκίνημα· στις μέρες εκείνες της αρχής που ελάχιστοι, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου, θα εκδήλωναν τη διάθεση να θυμούνται.

Το συγκρότημα Paws
Θυμόταν χαρακτηριστικά ένα βράδυ, πολύ παλιά, σ' ένα χώρο πολύ διαφορετικό από αυτόν εδώ (που με καμία δύναμη δε θα μπορούσε να θυμίζει θέατρο, όση επεξεργασία κι αν υπήρχε ποτέ η δυνατότητα να υποστεί), όπου με περισσό ρομαντισμό θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει πως είχε εγκαταλείψει ζωντανά κομμάτια της νιότης του (αν έψαχνε κανείς προσεκτικά πίσω απ' τα σανίδια ενδεχομένως θα μπορούσε να ανακαλύψει ακόμη στάλες από τον ιδρώτα και το αίμα που τον είχε αναγκάσει να χύσει, αφού τα αντικείμενα έχουν την ιδιότητα να μιλούν για τις ιδιαιτερότητες της ύπαρξής τους στο πέρασμα του χρόνου). Όλοι σχεδόν φαινόντουσαν μεθυσμένοι κι ότι είχαν ξεκάθαρα προγραμματίσει από πριν να αποφαίνονται «ναι», και να αλαλάζουν από ενθουσιασμό κάθε φορά που διέκριναν μια σειρά από νότες που φάνταζαν επαναλαμβανόμενες στα στενά εγκεφαλικά όρια που τους υπαγόρευε η συγκεκριμένη στιγμή. Κι όλο αυτό το είχε στήσει ο ίδιος και οι «φίλοι» του, που ψυχορραγούσαν αυτό το λεπτό από δημιουργία επάνω σ' ότι μπορούσε να χαρακτηρίσεις αυτοσχέδια σκηνή. Κι όλο αυτό, προς σεβασμό σε ιδέες που και ο ίδιος ακόμη, με την πρώιμη εικοσικάτι αυτοπεποίθηση, έβρισκε σκουπίδια.
Έτσι δε θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε”, είχε εκφράσει με την κατά βούληση ήπια χροιά της φωνής του στις πιο υπαρξιακές στιγμές του συγκροτήματος· άσχετα που τα ανοιχτά στόματα πάνω στη βαριεστημένη έκφραση των άλλων του είχαν αποκλείσει κάθε ελπίδα συνεννόησης. Και στο κάτω κάτω τι τους ήταν, δηλαδή; Ο προσωρινός αντικαταστάτης κιθαρίστας που είχαν προσλάβει για να τους εξασφαλίζει το φόντο της Τέταρτης-Πέμπτης-Πρώτης στο εργάκι που είχαν στήσει για τον εαυτό τους αναμένοντας κι αντλώντας ευχαρίστηση από την απόληξή του κάθε βράδυ. Τουλάχιστον ο καθένας κατέληγε επαρκώς «ποτισμένος», με παρέα ή χωρίς (καμιά φορά το σκοτάδι σ' αυτά τα μέρη έκανε τα θαύματά του) στο σπίτι του για ύπνο στο τέλος της βραδιάς.

Το συγκρότημα Made Violent

Όμως, ο ίδιος δε βολευόταν (και το ήξερε ήδη καλά πως ήταν το βαθιά εδραιωμένο σύστημα του εαυτού του που δε βολευόταν). Δε βολευόταν με τα χαλασμένα ποτά, που ως αντιπροσωπευτικά εργαλεία της οικοδεσποσύνης έπρεπε όλοι τους να προσκυνήσουν, δε βολευόταν με την ατμόσφαιρα, που τους δινόταν απόλυτα συγκεκριμένη να απογειώσουν, με τις γωνίες που έσταζαν καπνό και ιδρώτα. Δε βολευόταν με τα βαμμένα αγέρωχα πρόσωπα των κοριτσιών, με τους μοϊκανούς και τις τυχαία βαμμένες τούφες, που επέμεναν να βρίσκονται στο κοινό τους, ένα πακέτο που οπωσδήποτε κάπως έπρεπε να περιέχει καρφιά στην αμφίεση. Δε βολευόταν, γενικώς, κι έτσι γινόταν όλο και συχνότερα αυτός που δεν είχε παρέα να γυρίσει στο σπίτι το βράδυ, συν του ότι έτσι κι αλλιώς δεν υπήρχε σπίτι να γυρίσει. Ήταν οι πρόχειρες διανυκτερεύσεις εκείνου του καιρού, σε σπίτια όποιου σταθερού φίλου εμφανιζόταν επαρκώς φιλόξενος κι εύκαιρος, οι στιγμές ανοίκειας θερμότητας (ή ψυχρότητας, ανάλογα με το σκηνικό!) ακριβώς πριν τη ζαλάδα που αδημονεί να σε βυθίσει στον ύπνο· η κενότητα και η μυρωδιά της κατάστασης που για τον ίδιο είχαν χρωματίσει την εικόνα ολόκληρης της εποχής.

Πάμπλο Πικάσο, Το Γεύμα του Τυφλού

Με δεδομένο ότι το ήξερε πόσο περιθωριακός αισθανόταν θα έπρεπε να τον ξενίζουν οι παραπάνω διαπιστώσεις, ακριβώς γιατί πόσο πιο περιθωριακός ανάμεσα στις φιγούρες του περιθωρίου μπορούσες να αναδειχθείς; Υπήρχαν στ' αλήθεια περιθωριακότεροι του περιθωριακού, κάτι σαν ερημίτες αποκομμένοι, αλλά που απολάμβαναν σεβασμό από την υπόλοιπη υποομάδα (έναν-δυο με μούσια και για πολλούς αιώνες ακούρευτα κι αχτένιστα μαλλιά είχε υπόψη του), και μήπως στην πραγματικότητα ήταν ένας απ' αυτούς που απλά δεν είχε ακόμη το θάρρος και τη θέληση να το εκδηλώσει; Ή η ψυχή του βρισκόταν ταγμένη στην άλλη πλευρά, την κυρίαρχη, την εχθρική προς κάθε τι παρεμβαλλόμενο και, τώρα που είχε έρθει η στιγμή να το εκδηλώσει, φοβόταν με κάθε μόριο της υλικής και της ανείπωτης ύπαρξής του; Άλλως πως να δικαιολογήσεις την αποστροφή του για ιδέες ατημέλητων κουρεμάτων.
Όλα αυτά ήταν δικαιολογίες· ήξερε με μαθηματική ακρίβεια που οδηγούσαν. Σε κάθε σχέση μεταξύ ατόμων σε μια ομάδα μπορούσες να καταλάβεις ότι κάπου κάποιος θα τραβούσε μια γραμμή· θα πρόβαινε σε τέτοιο είδος παράβασης ή ζημιάς που θα ξεχείλιζε το ποτήρι. Για τη συγκεκριμένη στιγμή, ήξερε πως ακριβώς σ' αυτό το σημείο βρισκόταν.

Υ.Γ. Προηγούμενα μέρη: Διαδρομές Ι και Διαδρομές ΙΙ

By Μαρία Γώγογλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου