Τρίτη 11 Απριλίου 2017

Μύηση στην Υψηλή Τέχνη της Αποτυχίας

Σίγουρα δε μιλάμε για ένα βιβλίο που επέλεξα με τα συνήθη κριτήρια που επιλέγω βιβλία. Βασικά, αν κρίνουμε αυστηρά από το εξώφυλλο και τον τίτλο, ίσως τη στιγμή εκείνη να μην ήξερα καν τι επέλεγα. Η αλήθεια είναι πάντως πως η περί ης ο λόγος στιγμή δεν καταγράφεται ως μια από τις μοναδικές, κατά τις οποίες έχω προσπαθήσει να διαλέξω ένα βιβλίο, που μπορεί να με βοηθήσει να περάσω το δύσκολο καιρό του πυρετώδους ρυθμού του σχολικού έτους, λόγω του ότι προσφέρεται για αποσπασματική ανάγνωση. Κάπως έτσι βρέθηκε στα χέρια μου Η Υψηλή Τέχνη της Αποτυχίας του Βαγγέλη Ραπτόπουλου, χωρίς μάλιστα να έχω ήδη αποκτήσει βαθιά γνώση του κόσμου του συγγραφέα πλην της ανάγνωσης ενός μυθιστορήματός του (βλέπε προηγούμενη ανάρτηση για τη Ζωή Αφού Χάσαμε τον Μπαμπά).

Τζόαν Μ. Μας, Ο Συγγραφέας
 
Η αλήθεια είναι πως επίσης ένιωσα ότι δικαιούμαι την ανάγνωση ενός περιορισμένου αριθμού μη πεζογραφικών το χρόνο, όσο κι ότι επιβάλλεται σε όλους μας η ανάγνωση τουλάχιστο κάποιων βιβλίων που με μια ματιά θα χαρακτηρίζαμε «έξω απ' τα νερά μας». Οπότε κι αυτές οι παραδοχές φαίνεται να έπαιξαν το δικό τους ρόλο στη συγκεκριμένη επιλογή.
Η Υψηλή Τέχνη της Αποτυχίας αποτελείται ως επί το πλείστον από εκμυστηρεύσεις του συγγραφέα που έχει επανειλημμένα απασχολήσει τα ελληνικά γράμματα με ουκ ολίγα μυθιστορήματά του και όχι μόνο, που φαίνεται να διεκδικούν σοβαρό μερίδιο έκφρασης των ιδεολογιών του κλίματος της εποχής μας. Εν είδει ημερολογίου συγγραφέα, όπως συνετά παραδέχεται και ο ίδιος, αυτή η συλλογή κειμένων μας ανοίγει τις πόρτες του εσωτερικού του κόσμου, της ώριμης πια πνευματικής του πορείας, που συνοδεύεται από αναλυτικές ματιές και απόπειρες ανοιγμάτων στον αμφιλεγόμενο κόσμο των Νεοελλήνων, αλλά και σ' αυτόν της παγκοσμιοποίησης. Το βαθιά προσωπικό συναντά την τοπικά γενικευμένη συλλογική συνείδηση, όσο και διεθνείς προβληματισμούς σε μια σειρά από κείμενα που εκπληρούν μια σειρά από προσωπικούς στόχους και γι' αυτό το λόγο διέπονται από ποικιλία μορφών: σύντομα διηγήματα, ημερολογιακές εξομολογήσεις, ηλεκτρονικά μηνύματα σε ομότεχνους, επίσημες ανακοινώσεις, καθώς και άρθρα κι αναρτήσεις ποικίλης ύλης που δημοσιεύτηκαν σε σειρά από περιοδικά και ιστοτόπους, όλα τους δουλεμένα και ξαναδουλεμένα, φανερώνοντας τον ασταμάτητο πόθο για τελειοποίηση του συγγραφέα.
Η θεματολογία αναβλύζει τοπικές πίκρες όσο και προσωπικές εμμονές. Από την αρχή ακόμη της Υψηλής Τέχνης, ο αναγνώστης μαθαίνει πως ο συγγραφέας νιώθει πιο κοντά, αλλά κι αισθάνεται πιο άνετα με τη συλλογική μνήμη των επιτευγμάτων και των παθημάτων αυτού που ο ίδιος ονομάζει “Η Γενιά μου”. Γι' αυτό και τον παρακολουθούμε να παίρνει τη θέση ενός οποιουδήποτε Έλληνα πολίτη, αντικρίζοντας την επικαιρότητα, διακωμωδώντας όσο κι αποτυπώνοντας την καλοτυχία και τα παθήματά του, κυρίως εξαιτίας των σφαλμάτων στα οποία έχει περιπέσει, όσο κι αν μας ξεκαθαρίζεται από την αρχή πως το πνεύμα και η συνείδησή του απέχουν δραστικά από τα αντίστοιχα (άραγε υπαρκτά;) του μέσου Νεοέλληνα. Όπως και να 'χει, η αποτύπωση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του να ζεις στη δεκαετία του '80 καθώς και των κοινωνικών ομάδων στις οποίες παραδέχεται πως ανήκει ο συγγραφέας (η μορφωμένη κουλτουριάρικη νεολαία, ένα είδος αντιστασιακότητας στο καταναλωτικό ρεύμα, οι νέοι συγγραφείς και καλλιτέχνες της εποχής) χρωματίζει τον ορίζοντα του βιβλίου· το τοποθετεί, μάλιστα σε φόντο, όπου ακόμη κι ο πιο απομακρυσμένος αναγνώστης (όπως θεωρώ και τη σαφώς μεταγενέστερη αφεντιά μου) μπορεί να αποκτήσει μια ιδέα όσων φαίνεται να συνέβαιναν τότε και διατηρούν σήμερα την κομβική τους σημασία. Φυσικά η κατανόηση του υπόβαθρου του συνόλου του έργου του συγγραφέα, μετά την ανάγνωση αυτού του προσωπικού χρονικού πρέπει να θεωρείται δεδομένη, αφού τις συνθήκες επιρροής του από το περιβάλλον για τη συγγραφή του καθενός, αλλά και της προγενέστερης και μετέπειτα ζύμωσής τους, μας τις εξιστορεί ο ίδιος.

Τζόν Φ. Πέτρο, Σχετικά με τη Γραφή
Οι παρατηρήσεις του διαπερνούν την τραγική όσο και κομβική για το σημερινό προσωπείο της Ελλάδας δεκαετία του 2000 και φτάνουν μέχρι τις εξεγέρσεις των Αγανακτισμένων και την παντοδυναμία του Λάκη Λαζόπουλου στα μέσα του 2011. Θα μπορούσε κανείς εύκολα να θεωρήσει τις εν λόγω εξιστορήσεις κι εντυπώσεις ξεπερασμένες, μιας και το πρόσφατο παρελθόν έχει ήδη κατανικήσει κάθε σπίθα ελπίδα επανάστασης μπορεί να βρισκόταν κρυμμένη στα παραπάνω γεγονότα. Τα παραπάνω, ωστόσο, αξίζει να αναλυθούν ως το πρίσμα του παρόντος ή έστω του πρόσφατου παρελθόντος μας, ειδικά επειδή ο δηκτικός και κριτικός φακός του συγγραφέα εγγυάται χρονικά που παρουσιάζουν πολύμορφες όσο κι επίπονες αλήθειες που συνηθίσαμε να δεχόμαστε παθητικά, χωρίς ίχνος αμφισβήτησης.

Η σύγχρονη εκδοχή του Νεοέλληνα, αλλά και του παγκοσμιοποιημένου ατόμου
Ο τελευταίος άλλωστε δεν αποτελεί τη μοναδική μαγική ιδιαιτερότητα του Ραπτόπουλου, που μπορεί να μη διαθέτει την ιδανική λύση κι απάντηση για όλα· το κριτικό του, ωστόσο, πνεύμα και η υπομονή με την οποία αντιμετωπίζει τα πράγματα συνθέτουν το ιδιοσυγκρασιακό παράδειγμα που προτρέπει κι εμάς τους αναγνώστες να ανακαλύψουμε το δικό μας ιδιαίτερο τρόπο να αντιμετωπίζουμε τη ζωή, με τα στραβά και τα θετικά της. Δε θα ξεχάσω ποτέ το παράδειγμα του Ανατολίτη, ήρωα σε ένα από τα πεζογραφήματά του βιβλίου, με την περιστασιακή αποστασιοποίησή του απ' όλους κι απ' όλα του άμεσου περιβάλλοντός του. Ένας τρόπος να αποκτήσει εμπιστοσύνη στην προσωπική του ματιά που συλλέγεται από εμπειρίες μιας ζωής ο οποιοσδήποτε καθημερινός άνθρωπος και που φυσικά μας φέρνει έντονα στο μυαλό την πνευματική φυσιογνωμία του δημιουργού της Υψηλής Τέχνης της Αποτυχίας. Αλλά και η γενικότερη ανεκτική στάση του Ραπτόπουλου στην τελευταία όψη της μοντερνιάς, όπως για παράδειγμα στη “φυλή των Μπάπα Μπούπα”, μια ομάδα νέων που μαζεύεται κάθε βδομάδα σε συγκεκριμένο χώρο με στόχο να απολαύσει ένα διαγωνισμό εμβέλειας έντασης ήχου ηχητικών εξοπλισμών για αυτοκίνητα, προβάλλει το παράδειγμα του συγγραφέα που προτιμά να είναι ακριβώς η εποχή του σε σχέση με το να κάθεται απομονωμένος με μια γραφομηχανή (τι ρετρό!) κοιτώντας από ένα παράθυρο.
Τι κι αν ως άνθρωπος κι ως ταλαίπωρος που έχει επωμισθεί τα συν και τα πλην της συγγραφής έχει τις εμμονές του (κυρίως σε σχέση με το πόσο επιτυχημένη κι αποκαλυπτική πετυχαίνει να είναι η πεζογραφία του για τα ελληνικά δεδομένα); Η Υψηλή Τέχνη της Αποτυχίας μπορεί κι αξίζει να διαβαστεί ως μια από τις πιο εξεταστικές ματιές στον κόσμο της εποχής μας, με τις ατομικές, αυτιστικές, ψηφιακές και συλλογικές αδυναμίες που σε βάθος χρόνου θα επιμένουμε να αδυνατούμε να υπερνικήσουμε. Ένα προϊόν λόγου που προορίζεται για την αναλυτική ματιά του καθενός από εμάς.

By Μαρία Γώγογλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου