Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Η Πίστη στον Εγωισμό σου: Παραμύθια και Αλήθειες για το Ντέιμον Άλμπαρν

Το πρόσωπο που τιμάται σήμερα από αυτό το ιστολόγιο μπορεί να μη σας θυμίζει απολύτως τίποτα, ειδικά μιας και ο ρόλος που έχει διαδραματίσει διαχρονικά στα ελληνικά δεδομένα με μια ματιά κρίνεται μηδαμινός. Κάτι από τη νοσταλγία της κουλτούρας των 90s και των άλλων δεκαετιών, ωστόσο, μαζί με αυτή για τα μουσικά κινήματα της προηγούμενης χιλιετίας -δεδομένης της οριστικής λήξης του φαινομένου- αλλά και για τις έντονα παθιασμένες προσωπικότητες και τα κατάφερε να του αφιερωθεί αυτή εδώ η ανάρτηση.


Η μουσική καριέρα του Ντέιμον έμελλε να ξεκινήσει από τίποτε άλλο από μια παντελώς ευτελή διαπίστωση ακριβώς προς το άτομο που στόχευε να προσελκύσει και γι' αυτό το λόγο να αιφνιδιάσει: ήταν κάπου στην εφηβεία, στις πρώτες του επαφές με τον κόσμο των σχολικών θεατρικών, όπου του δόθηκε αρχικά η ευκαιρία να επιδείξει το σταριλίκι του, όταν, σε κάποιο διάλειμμα από πρόβες, πήγε και κάθισε δίπλα στο Γκράχαμ Κόξον (μελλοντικό συνεργάτη του στο συγκρότημα Blur, κι αγαπημένο μου μέλος του συγκροτήματος) και τον κοίταξε λέγοντας (σε ελεύθερη μετάφραση): “ τα παπούτσια σου είναι για πέταμα, φίλε. Κοίτα, τα δικά μου είναι απ' τα καλά”. Ήταν από εκείνες τις στιγμές που το μέλλον ανοιγόταν μπροστά και για τους δύο· και οι άγνωστες πτυχές του σκοτείνιαζαν σίγουρα λίγο περισσότερο την πιθανότητα, δεδομένου και του εσωστρεφούς χαρακτήρα του, ο Κόξον να θελήσει να πλησιάσει ποτέ ξανά αυτό το απίστευτο “ψώνιο” με αληθινές αξιώσεις εκτίμησης και προσοχής.
Κι όμως. Οι απτές αποδείξεις ενός μόνο μέρους της συνέχειας αγγίζουν το σήμερα. Η διαπίστωση του Άλμπαρν ήταν μόνο η αρχή μιας διαρκούς φιλίας, βασισμένης σε κοινές μουσικές προτιμήσεις και μακροχρόνια οδήγησε και τους δυο στο συγκρότημα Blur, εξαιτίας της άμεσης επιτυχίας του οποίου έγιναν σχεδόν αμέσως γνωστοί. Το γεγονός, βέβαια, πως οι δυο τους αποτελούσαν εξαρχής τις αντίθετες όψεις ενός νομίσματος έγινε γρήγορα εμφανές και δεν αναιρέθηκε ποτέ: από τη μια ο Γκράχαμ, με τα γυαλιά οράσεως που ποτέ δεν αποχωρίστηκε και τη συγκρατημένη έως καταδιωκτική εσωστρέφεια και μεθοδική γκρίνια· από την άλλη ο Ντέιμον με τη συνεχή ανάγκη για υπερέκθεση και το συνεχές φλερτ με την πληθωρικότητα και την αυθόρμητη πρόκληση προς τον εκάστοτε άνθρωπο που έτεινε με οποιονδήποτε τρόπο και σε οποιοδήποτε επίπεδο να τον πλησιάσει. Ήταν προφανές ότι κάτι που διέθετε ο καθένας του ήταν αδύνατο να συμβιβαστεί με το αντίστοιχο χαρακτηριστικό του άλλου.



Ο Ντέιμον, φυσικά, ήξερε από την αρχή ότι θα λάμψει και το ήξερες κι εσύ. Ήξερες ότι αυτή η λάμψη και η σιγουριά στα πράσινα μάτια του ήταν χαρακτηριστική αυτών των ανθρώπων που δεν αφήνουν τίποτα να φύγει έτσι· ειδικά όταν πρόκειται για κάτι που έχουν βάλει άμεσο στόχο. Και κατά βάθος όλη η indie και ποπ Βρετανία, αλλά και όχι μόνο βρισκόταν στο πλευρό του, αφού λίγη πνευματική εξύψωση από άτομα που ξέρουν τι ακριβώς είναι αυτό που ήρθαν να πάρουν στη ζωή ήταν παντού και πάντα ευπρόσδεκτη. Από το πρώτο άλμπουμ τους, οι Blur ανέβηκαν αισθητά στις πωλήσεις και τα τσαρτς, με το σινγκλ του πρώτου τους δίσκου,"There's No Other Way", να ανεβαίνει ως το νούμερο 8 των τελευταίων. Η πορεία προς το μεγαλείο της δόξας είχε ξεκινήσει· κι άντε να τη σταματήσεις.
Στην περίπτωση του Ντέιμον, η τελευταία προοπτική αποτελούσε ασφαλώς για ένα μεγάλο διάστημα της νεότητάς του κάτι λιγότερο από ανάθεμα. Ήταν τελοσπάντων ένα άτομο που έπρεπε να κάνει θόρυβο με οποιοδήποτε μέσο βρισκόταν διαθέσιμο να χρησιμοποιήσει. Κι ας δέχτηκε χτυπήματα, με τη μορφή παγερούς αδιαφορίας, ακόμη κι από το βρετανικό κοινό που τόσο τον αγάπησε ακόμη και σε αισθητές κορυφώσεις ενός από τα δυνατά του σημεία, τη στιχουργική του, απαράμιλλο δείγμα της οποίας αποτελεί το επόμενο άσμα (που βρίσκεται μεταξύ των αγαπημένων μου διαμαντιών του). Κάπου, ωστόσο, η προσπάθεια να εκφράσει ένα ολόκληρο έθνος, μια ολόκληρη γενιά ή πολύ απλά την παρεξηγημένη πολυπλοκότητα της ανθρώπινης κατάστασης, που αιωνίως παλεύει διεξοδικά να κρατηθεί στο φως δε θα μπορούσε να μην αναδείξει τον εξωστρεφή Ντέιμον σ' αυτό ακριβώς που έβαλε όλα του τα δυνατά να αντιπροσωπεύσει: είχε έρθει η στιγμή να γίνει το ίνδαλμα που επιθυμούσε, ακριβώς όπως ενδεχομένως το είχε εκμυστηρευθεί στον εαυτό του ένα βράδυ στον καθρέφτη.


Ακολούθησε μια φλογερή καριέρα και προσωπική ζωή ως σελέμπριτι, θραύσματα από το παρελθόν της οποίας επανειλημμένα έχουμε αντικρίσει: η προκλητική δήλωση ότι θα έπρεπε οι Blur να μοιραστούν ένα μουσικό βραβείο δήθεν με τους Oasis, τους αιώνιους μουσικούς τους αντιπάλους από τα βόρεια, οι παπαράτσι, οι μάχη των συγκροτημάτων ανάμεσα στους δύο για το ποιο τραγούδι θα πάει καλύτερα στις πωλήσεις κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας κυκλοφορίας (επακριβώς σαν τα κοκόρια, ειδικά αν αναφερθούμε στην προσωπική διένεξη των δυο φερόμενων ως αρχηγών Ντέιμον και Νόελ. Άλλωστε, όπως το είπε ορθά με στίχο του ο τελευταίος, “μη βάζεις την αγάπη σου στις παλάμες ενός ροκ εντ ρολ συγκροτήματος / την πετάς στα σκουπίδια”), η δεκατριάχρονη σχέση με την ταλαντούχα στη μουσική κι εν γένει καλλιτεχνική Τζαστίν των Elastica κι ο επακόλουθος χωρισμός, τα ναρκωτικά, η αμερικανική στροφή του συγκροτήματος και οι έντονες διαφορές με το Γκράχαμ που άρχιζαν να βγαίνουν όλο και περισσότερο στην επιφάνεια. Η ώρα που η ατομικότητα επιτακτικά κι ανυπότακτα επιζητούσε ρήξη είχε πια οριστικά φτάσει.
Έτσι, ο Ντέιμον κυριολεκτικά και μεταφορικά μάζεψε τις βαλίτσες του και κατέφυγε στα side projects του αλλά και σ' όλα κι αυτά που σ' ένα παράλληλο ατομικό σύμπαν είχε πάντοτε ονειρευτεί να κάνει. Είχε ήδη προηγηθεί το ταξίδι του στην Αφρική που έμελλε να του αλλάξει τις κοσμοθεωρίες, αλλά και κάποιες από τις ωριμότερες και πιο ολοκληρωμένες στιγμές, με το πιο μεστό συγκρότημα στο οποίο ανήκε ποτέ, πλάι πλάι στη στιχουργική και συνθετική δεινότητα του Γκράχαμ· λαμπρό δείγμα ενός από τους πιο αρμονικούς συνδυασμούς τους υπήρξε για μένα αδιαμφισβήτητα το παρακάτω κομμάτι (προσέξτε μην το «κάψετε» από τις πολλές ακροάσεις, εξαιτίας του εθισμού που προκαλεί η μουσική και ο ρυθμός του, όπως έκανα εγώ!). Μια ηρεμία στην αυτοπροβολή, τηρουμένων των αναλογιών, είναι δυνατό να παρομοιάσει την απόληξη της περιπέτειας του αγαπημένου ερμηνευτή-τραγουδοποιού “με καράβι φωτισμένο που γιορτάζει στο λιμάνι”, κατά τον παυλιδικό στίχο κι αναδεικνύει τις αναμνήσεις μας από τις ένδοξες στιγμές φωτίζοντας τους λόγους ύπαρξής τους: οι στίχοι και η επιμονή του babyface ήρωα, που κατάφερε να κάνει παγκόσμια μόδα τον ήχο της βρετανικής προφοράς ως απόηχο των ιδιοτροπιών της ζωής στη Γηραιά Αλβιώνα θα έχει πάντα μια ξεχωριστή θέση στις μουσικές μας αναζητήσεις.


Γι' αυτό και το update του πάνω στη σημερινή πραγματικότητα του ανθρώπινου δράματος το ακούμε εκλεκτικά σπάνια γι' αυτά που έχει να μας προσφέρει· σπανίζουν άλλωστε τα ανθρώπινα, πόσω μάλλον τα διάσημα παραδείγματα εγωπαθών προσωπικοτήτων με συναίσθηση του εαυτού τους και δυνατότητες για επανασύσταση του «εγώ» τους μπροστά σε όλους μας. Κι αυτό το στοίχημα ο Ντέιμον το έχει ήδη κερδίσει. Αναμένουμε συνέχεια.


By Μαρία Γώγογλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου