Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

Στάσεις στην Ιστορία Ενός Έρωτα: Μετέπειτα Αναγνώσεις


Σ’ ένα μυθιστόρημα που κάποια παραδέχεται ότι της άρεσε είναι αδύνατο να αποφύγει την επισήμανση αγαπημένων χωρίων-εικόνων-σκηνών, που αναμφίβολα περιέχουν την πιθανότητα να αφήσουν κενό στα μέρη του εσωτερικού κόσμου του αναγνώστη όπου έχουν καταφέρει να εισχωρήσουν. Δεν εμποδίζει επίσης κανείς κανένα στον κόσμο υποκειμενικότητας όπου ζούμε να πιστεύει ότι τα σημεία αυτά μπορούν να σταθούν από μόνα τους στο λόγο από άποψη λογοτεχνικής αξίας, και γι’ αυτό να νοηματοδοτηθούν μέσα από διαδικασία της οποίας ο ίδιος ο αναγνώστης είναι διατεθειμένος να σηματοδοτήσει το ξεκίνημα.

Η Νικόλ Κράους, συγγραφέας της Ιστορίας Ενός Έρωτα

Ξαναδιαβάζοντας την Ιστορία Ενός Έρωτα, το μυαλό μας αξίζει να μεταφερθεί πρώτα στις στιγμές, κατά τη διάρκεια των οποίων τόσο οι άνθρωποι όσο και τα πράγματα περνούν από τη μη ύπαρξη στην ύπαρξη, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Όσον αφορά το μεταφορικό επίπεδο, στο ψυχολογικό κομμάτι, πολλοί άνθρωποι αναγνωρίζουμε στον εαυτό μας πως έχουμε νιώσει τη στιγμή που είναι σαν να έχουμε «χάσει αυτό που κάνει τον άνθρωπο να φαίνεται». Όχι ακριβώς μονολογώντας ότι μας πνίγει η κατάθλιψη, κι όλα τα επακόλουθα που τη συνοδεύουν, αλλά έστω ότι ένα είδος έλλειψης πίστης στον εαυτό μας προκάλεσε κάποτε ενός είδους μονής κατεύθυνσης βύθισμα, ίσως όχι εντελώς αδικαιολόγητα, αλλά χωρίς εμφανή δίοδο επιστροφής. Χρειάζεται η επιδίωξη και η επίτευξη πολλών στόχων, αφελών, κι αδέξιων βημάτων προς την αυτοπραγμάτωση ώσπου «μια μέρα, κατά τύχη, κουνήθηκα την ώρα που το ματάκι έκανε κλικ. Εμφανίστηκε μια σκιά. Την επόμενη φορά είδα το περίγραμμα του προσώπου μου. Κι έτσι έπαψα να μη φαίνομαι. Επιτέλους είχα γίνει ορατός».




Δε θα μπορούσε κανείς να εγκαταλείψει σε καμιά περίπτωση το βιβλίο χωρίς τουλάχιστο να αναφερθεί στη διαφορετικότητα, εκτός κι αν αποτελεί προσωπικό μου χάρισμα να την εντοπίζω παντού επιβεβαιώνοντας τη λαϊκή ρήση «όποιος έχει τη μύγα…» κι άλλες τόσες παρόμοιας κοπής που φαίνονται ταιριαστές. Δε χρειάζονται παρά μόνο μερικές σελίδες ώστε να εντοπίσει κανείς τη ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στον υποτίθεται-καλλιτέχνη Ζβι Λίτβινοφ που σφετερίζεται τον τίτλο του συγγραφέα χρησιμοποιώντας το χειρόγραφο του φίλου του Λέο Γκούρσκι, πραγματικού και καταχωνιασμένου συγγραφέα. Όσο κι αν ο τελευταίος αναγκάστηκε να υπομένει για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην αφάνεια λόγω της προαναφερθείσας έλλειψης αυτοπεποίθησης ως φυσικού επακόλουθου συνειδητοποίησης της φρίκης του Ολοκαυτώματος αλλά και των ματαιωμένων ερωτικών του ελπίδων μετά την απόρριψη της Άλμας, την οποία πίστευε ως γυναίκα της ζωής του, η αναγωγή του έργου του Η Ιστορία Ενός Έρωτα ως κέντρο της ζωής κάποιων συμπεριλαμβανομένης της μικρής Άλμα και των γονιών της απλώς επιβεβαιώνει την αξία του. Ο μεν Λίτβινοφ αποδεικνύεται εν αγνοία της πλειοψηφίας των ηρώων της Ιστορίας αυτός που συναντάμε συνήθως, «ο μέσος άνθρωπος. Ένας άνθρωπος πρόθυμος να δεχτεί τα πράγματα όπως ήταν και, ακριβώς γι’ αυτό, του έλειπε η δυνατότητα να γίνει πρωτότυπος με οποιονδήποτε τρόπο», ενώ ο δε κάνει χρήση ακόμη και των σκοτεινότερων γωνιών φαντασίας που η εσωτερικότητά του μπορεί να περιέχει και ξαναρχίζει το γράψιμο καθρεφτίζοντας απόλυτα την αγωνία κάθε συγγραφέα να πει την ιστορία του σ’ αυτούς έστω τους ελάχιστους που μπορεί να ακουστεί ∙ ως έναν απ’ αυτούς ο ίδιος διαλέγει το φτασμένο συγγραφέα, που από το πρώτο χέρι της Άλμας γνωρίζει καλά ότι είναι γιος του κι από τον οποίο αδημονεί να λάβει μια στιγμή στοργής πριν οτιδήποτε εκλαμβάνει ως τις τελευταίες στιγμές που θα υπάρξει ζωντανός. Η περίπτωσή του επιβεβαιώνει την ομολογία: «πάντα ένιωθα διαφορετικός απ’ τους άλλους, και η διαφορά πονούσε. Και τότε έστριψα τη γωνία και τον είδα. Έναν πελώριο ελέφαντα, να στέκει ολομόναχος στην πλατεία. Ήξερα πως ήταν της φαντασίας μου. Και όμως. Ήθελα να πιστέψω.»


Αναμφίβολη και η συγκέντρωση της τέχνης σε ένα κομμάτι ανθρωπότητας που διαπερνά το βιβλίο όσο κι αν εν μέρει διαφωτίζει τον περιορισμένο κι αποσπασματικό ρόλο της. Οφείλει κάποιος να εμβαθύνει άλλωστε ιδιαίτερα σε οποιοδήποτε αντικείμενο για να ανακαλύψει την οποιαδήποτε αλήθεια, αδιευκρίνιστα ψήγματα της οποίας ενδέχεται να πλέουν αταυτοποίητα στην επιφάνεια. Για να γίνεις καλλιτέχνης, ωστόσο σύμφωνα με τη Νικόλ Κράους, τους χαρακτήρες του μυθιστορήματός της Άλμα και το θείο της Τζούλιαν, καθώς και το γλύπτη και ζωγράφο Αλμπέρτο Τζιακομέτι, «ίσως είναι απαραίτητο να ξεχάσεις το σχήμα στο σύνολό του», δημιουργώντας εξ ολοκλήρου μια δική σου αναπαράσταση της πραγματικότητας που να φωτίζει ακριβώς το κομμάτι της αλήθειας που αντίκρισες από κοντινή άποψη όντας στα βαθιά. Ο καθολικός άνθρωπος κοιτάζει μια εδώ και μια εκεί, αλλά αυτό που μετράει είναι η στιγμή της αποκάλυψης που κάθε είδους καλλιτέχνης μπορεί να χαρίσει στον κοντινό και («ημι»)έτοιμο αποδέκτη του. Βέβαια, ξεχωρίζοντας εκεί που σε περιμένει το χάος, «θα δοθεί στην αρχή η αίσθηση ότι περιορίζεσαι, έπειτα όμως θα καταλάβεις ότι, έτσι περιορισμένος σ’ ένα κομμάτι κάποιου πράγματος, έχεις περισσότερες πιθανότητες να αποκτήσεις κάποια αίσθηση του σύμπαντος παρά δημιουργώντας ολάκερο ουρανό.»

Αλμπέρτο Τζιακομέτι, Άνθρωπος που Περπατάει

Άφησα τελευταία τη μονής κατεύθυνσης και μοναχικής έντασης πορεία των συναισθημάτων, μήπως κι αποφύγω να θεωρηθεί λιγότερο σημαντική. Οι πληγές που αφήνουν στην ψυχή μας οι χαμένοι έρωτες κι άνθρωποι γενικότερα σπάνια βρίσκουν την ευκαιρία να αναπτερώσουν τη δύναμή τους σ’ αυτό ακριβώς το σημείο που έχουν χτυπηθεί. Ακόμη κι έτσι, σύμφωνα με έναν από τους πρωταγωνιστές-αφηγητές του μυθιστορήματος, φτάνει «μια στιγμή όπου αγαλλιάζεις διαπιστώνοντας πόσο λίγα χρειάζεται να μείνουν απαράλλαχτα, για να συνεχίσεις την προσπάθεια να είσαι, ελλέιψει καλύτερης λέξης, ανθρώπινο πλάσμα». Με άλλα λόγια, αρκεί λίγη αξιοσημείωτη προσπάθεια για να αλλάξουμε μέρη εκδοχών των συνθηκών που υπάρχουν γύρω μας και να δημιουργήσουμε κάτι καινούργιο σ’ έναν κόσμο που δε σκέφτεται και βλαστημά αν μείνει αφού κυρίως εγκαταλείπει. Αυτό είναι θεωρώ κι από τα πιο δύσβατα θετικά μηνύματα της διαδρομής του βιβλίου.
Μένει αυτά κι άλλα πολλά σημεία που δεν ανέτειλε ακόμη να ξεθαφτούν να τα εξετάσει με φρέσκια ματιά ο επόμενος αναγνώστης. Με θεμέλια διαφορετικά δεδομένα.

By Μαρία Γώγογλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου